Εging:Πως να ξεχωρίσετε ένα θράψαλο από ένα καλαμάρι-Οι διαφορές των 2 ειδών
Του Θέμη Kαρβέλα
Φωτογραφίες: Θέμης Καρβέλας, Δημήτρης Σφαλτός
Καλαμάρι και θράψαλο. Δύο είδη που ανήκουν στην οικογένεια των κεφαλόποδων μαλακίων, τα οποία συναντάμε συχνά στις ελληνικές θάλασσες και αναμφισβήτητα αποτελούν, ιδίως το καλαμάρι, υψηλού βαθμού και προτεραιότητας αλιευτικούς στόχους, τόσο για τους επαγγελματίες, όσο και για τους παράκτιους ψαράδες.
Πολλές και διάφορες οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται για τη σύλληψη των τόσο προσφιλών αυτών μαλακίων,με κυρίαρχη την τεχνική του eging, ακόμα περισσότεροι, οι τρόποι μαγειρικής παρασκευής τους, καθώς αποτελούν, κυρίως το καλαμάρι, εκλεκτά γαστρονομικά εδέσματα. Σε αυτό το άρθρο, όμως, θα ασχοληθούμε με κάτι άλλο. Με τις διαφορές που παρουσιάζουν αυτοί οι τόσο δημοφιλείς στο αλιευτικό κοινό «δολοφόνοι» του αλμυρού νερού.
Το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να δούμε , είναι τα δύο είδη σε μια κοινή φωτογραφία. Δείτε προσεκτικά τα διαφορετικά σώματα, τα πλοκάμια, το κεφάλι, τα πτερύγια της ουράς και τις υπόλοιπες μορφολογικές διαφορές. Μοιάζουν στα μάτια των περισσότερων που δεν ασχολούνται με το ψάρεμα σχεδόν ίδια, αλλά δεν είναι!
Μήκος και βάρος: Το μήκος του καλαμαριού αγγίζει τα 60 εκατοστά και το βάρος του τα 2 κιλά, αν και υπάρχουν αναφορές για μεγαλύτερα μεγέθη στις ελληνικές θάλασσες. Το μήκος του θράψαλου μπορεί να φτάσει και να ξεπεράσει το 1 μέτρο και το βάρος του τα 10 κιλά.
Χρώμα: Τόσο το καλαμάρι όσο και το θράψαλο φέρουν στο σώμα τους χρωμοφόρα κύτταρα, που τους επιτρέπουν να μεταβάλλουν το χρώμα τους ανάλογα με το περιβάλλον και τις διαθέσεις τους. Κατά κανόνα το σώμα του καλαμαριού είναι ροζ – ελαφρώς κόκκινο-καστανό, ενώ του θραψάλου σκούρο καφέ – σκούρο ερυθρό.
Μετά το θάνατό τους και τα δύο είδη χάνουν τον ομολογουμένως ενυπωσιακό χρωματισμό τους και παίρνουν χρώμα λευκωπό διάφανο το καλαμάρι και θαμπό λευκό - περλέ με κόκκινα – καφε διάσπαρτα ανισομεγέθη στίγματα το θράψαλο.
Ως αποτέλεσμα αυτού, το σώμα του καλαμαριού μετά το θάνατό του γίνεται σχεδόν διάφανο, ενώ του θράψαλου όχι.
Κεφάλι: Τόσο το καλαμάρι όσο και το θράψαλο φέρουν στο εμπρόσθιο άκρο του κεφαλιού τους και περιμετρικά του ραμφοειδούς στόματός τους δέκα πλοκάμια με βεντούζες, τα οποία χρησιμεύουν στη σύλληψη της τροφής τους.
Η διαφορά συνίσταται στο ότι το καλαμάρι φέρει οκτώ ισομεγέθη πλοκάμια, ενώ τα δύο κεντρικά (συνολικός αριθμός πλοκαμιών δέκα) είναι κατά πολύ επιμηκέστερα (έως και τρεις φορές) των υπολοίπων οκτώ και είναι αυτά με τα οποία το καλαμάρι συλλαμβάνει σε πρώτο χρόνο τη λεία του.
Αντιθέτως, το θράψαλο φέρει δέκα ισομεγέθη μεταξύ τους πλοκάμια. Οι βεντούζες που βρίσκονται στην εσωτερική πλευρά των πλοκαμιών του καλαμαριού είναι στρογγυλές, με λείο, κρατηροειδές εσωτερικό, ώστε να προσκολλώνται στα εκάστοτε θηράματά του, ενώ οι βεντούζες του θραψάλου, στρογγυλού επίσης σχήματος, φέρουν στο κρατηροειδές εσωτερικό τους περιμετρικά διπλής σειράς οστέϊνες τριγωνικού σχηματος πλάκες, οι οποίες, μελετώντας τις από κοντά, δίνουν την εικόνα ιδιαίτερα κοφτερών μικρών δοντιών που βοηθούν στη σύλληψη και συγκράτηση των θηραμάτων του.
Στην παρακάτω φωτογραφία θα δείτε τις διαφορές του θράψαλου από το καλαμάρι, βλέποντας ταυτόχρονα και τα δύο είδη.
Οφθαλμοί: Τόσο το καλαμάρι όσο και το θράψαλο διαθέτουν καλή όραση, που τους επιτρέπει να είναι δεινότατοι θηρευτές κατά τις νυχτερινές κυρίως ώρες, παρόλο που και τα δύο είδη έχουν αχρωματοψία.
Τα μάτια τους είναι δυσανάλογα μεγάλα συγκριτικά με το μέγεθός τους, με αυτά του θράψαλου να είναι χαρακτηριστικά μεγαλύτερα από του καλαμαριού.
Σώμα: Το σώμα του καλαμαριού είναι λεπτό και επιμήκες και φέρει ρομβοειδούς σχήματος πτερύγια στην κάτω πλευρά του. Τα πτερύγιά του ξεκινούν από το κατώτατο άκρο του σώματός του και εκτείνονται στο μεγαλύτερο τμήμα αυτού, καταλαμβάνοντας σχεδόν τα 2/3 του μήκους του.
Το σώμα του θράψαλου είναι πιο πεπλατυσμένο και όχι τόσο επιμήκες, τηρουμένων σαφώς των αναλογιών βάρους, και φέρει τριγωνικά μικρά πεπλατυσμένα πτερύγια στο κατώτερο άκρο (ουρά) του σώματός του. Φαντάζει η ουρά του αυτό που λέμε «δίκην βέλους». Η ουρά ίσως είναι για τους ψαράδες και μη, η πιο χαρακτηριστική διαφορά των δύο ειδών.
Εσωτερικό σώματος: Το σώμα του καλαμαριού εσωτερικά φέρει ασβεστολιθικό όστρακο, το οποίο είναι διάφανο και εύκαμπτο, ενώ δεν έχει σχεδόν καθόλου εντόσθια.
Αντίθετα, το θράψαλο φέρει εσωτερικά πολύ πιο συμπαγές όστρακο και μεγάλη ποσότητα εντοσθίων. Και τα δύο είδη φέρουν κύστες μελανίνης (μελανοκύστες), χαρακτηριστικό όμως του θράψαλου είναι ότι εκτοξεύει πολύ σπανιότερα και σε πολύ πιο αραιές ποσότητες μελανιού, από ότι το καλαμάρι, ακόμα και κατά τη σύλληψη του. Στην παρακάτω φωτό βλέπετε δύο θράψαλα, το ένα ζωντανό και άλλο σκοτωμένο, για να δείτε την διαφορά στα χρώματα τους, νεκρά και εν ζωή.
Υφή: Η σάρκα του καλαμαριού είναι μαλακή και γλοιώδης, το κρέας του ιδιαίτερα γευστικό. Η σάρκα του θράψαλου είναι επίσης γλοιώδης αλλά πιο σκληρή και ινώδης και το κρέας του λιγότερο γευστικό, έστω και ελάχιστα, από αυτό του καλαμαριού, αφήνοντας στον ουρανίσκο μια ενοχλητική, για πολλούς, γλυκιά επίγευση, κατά την κατανάλωσή του.
Αξία: Η σάρκα του καλαμαριού θεωρείται αλλά και είναι ανώτερης ποιότητας από αυτή του θράψαλου. Ενδεικτικά, η τιμή του φρέσκου – νωπού καλαμαριού κυμαίνεται από 17 έως 20 ευρώ το κιλό, με αυτήν του θράψαλου να κυμαίνεται μεταξύ 7 και 8 ευρώ, αντίστοιχα.
Εξαιτίας της αρκετά μεγάλης μορφολογικής αλλά και γευστικής, εν γένει, ομοιότητάς τους, δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που πολλοί ιδιοκτήτες εστιατορίων σερβίρουν θράψαλα αντί για καλαμάρια στους ανυποψίαστους πελάτες τους.
Σε αυτό συνδράμει και το γεγονός ότι οι περισσότεροι καταναλωτές έχουν άγνοια περί των μορφολογικών αλλά και γευστικών χαρακτηριστικών που διακρίνει το κάθε είδος και οι οποίες αναλύθηκαν ενδελεχώς ανωτέρω, κάτι που καθιστά ουσιαστικά αδύνατο τον διαχωρισμό τους στα μάτια του μεγαλύτερου ποσοστού των καταναλωτών, ειδικά από τη στιγμή που αυτά σερβίρονται μαγειρευμένα (συνήθως τηγανισμένα σε ροδέλες, ψητά ή γεμιστά).
H παρακάτω φωτό είναι από ακριβό gourmet εστιατόριο της Αθήνας, όπου σερβιρίστηκε το πιάτο με ονομασία: Ψητή γαρίδα γεμισμένη σε ουρά καλαμαριού, με σως φέτας και ψητή ντομάτα. Όπως διαπιστώνετε και εσείς το καλαμάρι είναι στη...φαντασία του σεφ, και σερβιρίστηκε θράψαλο (σαφώς υποδεέστερο γευστικά και πολύ πιο φθηνό!). Οταν έγινε η δέουσα παρατήρηση στον ιδιοκτήτη του εστιατορίου, τουλάχιστον παραδέχθηκαν το λάθος τους, πράγμα σπάνιο, αφού οι περισσότεροι καταστηματάρχες πάντα βρίσκουν μια άκυρη δικαιολογία...
Αποτέλεσμα αυτού είναι πολλές φορές ο καταναλωτής να πληρώνει ακριβά την άγνοιά του και οι εκάστοτε μαγαζάτορες να αισχροκερδούν κυριολεκτικά σε βάρος του, «πλασάροντάς» του θράψαλα ως καλαμάρια, ήτοι χρεώνοντάς τον υπερδιπλάσια για κάτι που ουσιαστικά δεν γεύεται.
Κλασικό είναι το ρητό που λένε στις ψαραγορές ή στα εστιατόρια στους ανυποψίαστους αγοραστές , ότι το μεγάλο καλαμάρι-και καλά-λέγεται και θράψαλο... Προς γνώση και συμμόρφωση, ελπίζουμε ότι το άρθρο αυτό θα ρίξει φως στις διαφορές των δύο ειδών, του καλαμαριού και του θράψαλου, θα πλουτίσει τις γνώσεις σας και θα σας γλιτώσει από τις πονηριές των επιτηδείων στις ψαραγορές και στα εστιατόρια!